Η Μαρία Αλβάρεζ είναι μια νεαρή κοπέλα 17 χρόνων που ζει σε ένα χωριουδάκι της Κολομβίας. Δουλεύει σε μια βιοτεχνία λουλουδιών και όλη μέρα κόβει τριαντάφυλλα. Εκεί πληρώνεται πολύ λίγο για την δουλειά που κάνει, ενώ τα αφεντικά της, την κακομεταχειρίζονται. Σχεδόν όλα της τα χρήματα πηγαίνουν στο σπίτι για να συντηρήσει τη μητέρα της και την αδερφή της που είναι ανύπαντρη και έχει ένα παιδί. Η Μαρία μένει έγκυος αλλά ανάμεσα σε αυτήν και τον φίλο της δεν υπάρχει ιδιαίτερη αγάπη. Κουρασμένη και μπουχτισμένη, μια μέρα αφήνει την δουλειά της και αποφασίζει να πάει στην Μπογκοτά για να αναζητήσει μια καλύτερη τύχη. Όμως, μια τυχαία συνάντηση στον δρόμο της, θα αλλάξει για πάντα τη ζωή της. Μπροστά στην πρόκληση να κερδίσει πέντε χιλιάδες δολάρια μόνο για ένα ταξίδι και να βγει από τη μιζέρια στην οποία ζει, αποφασίζει να γίνει «βαποράκι». Κάνει το πρώτο της ταξίδι με αεροπλάνο για τις ΗΠΑ καταπίνοντας όσο το δυνατόν περισσότερες κάψουλες ηρωίνης μπορεί.
Η Μαρία Κεχαριτωμένη είναι η πρώτη και πολύ ενδιαφέρουσα σκηνοθετική απόπειρα του Αμερικανού σκηνοθέτη Τζόσουα Μάρστον. Παρουσιάζει με ρεαλισμό και ευαισθησία το δράμα ενός δεκαεφτάχρονου κοριτσιού στην Κολομβία, που με την ελπίδα ν’ αλλάξει ζωή και να ξεφύγει από την φτώχεια και την μιζέρια αποφασίζει να βάλει σε κίνδυνο την ζωή της. Ο Αμερικανός σκηνοθέτης με σχεδόν ντοκιμαντερίστικο στιλ, σκιαγραφεί τους χαρακτήρες δίνοντας τους μια πολύ ανθρώπινη διάσταση, τονίζοντας τις αδυναμίες τους. Η νεαρή ηθοποιός Καταλίνα Σαντίνο Μορένο είναι μια φωτεινή παρουσία, κυριολεκτικά κεχαριτωμένη και υποδειγματική στον ρόλο της Μαρία Αλβάρεζ (απέσπασε βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο Βερολίνο 2005). Πρόκειται για μια ταινία απλή, άμεση, που μιλάει ευθέως και χωρίς περιστροφές για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν χιλιάδες νέοι χωρίς ελπίδα για ένα φωτεινό μέλλον. Δεν έχει βίαιες σκηνές ούτε θεαματικές καταδιώξεις αλλά ενισχυμένο σασπένς που κρατάει τον θεατή σε αγωνία μέχρι το τέλος. Παρότι ανεξάρτητη παραγωγή και γυρισμένη με λιγοστά χρήματα, απέσπασε το βραβείο Κοινού στο φεστιβάλ του Σάντανς και το βραβείο Αλφρεντ Μπάουερ στην Μπερλινάλε 2005.