Η Λίλιαν Χέλμαν (20 Ιουνίου 1905, Νέα Ορλεάνη - 30 Ιουνίου 1984, Τίλμπεργκ) ήταν Αμερικανίδα θεατρική συγγραφέας γνωστή για τα έργα της Η ώρα των παιδιών και Οι μικρές αλεπούδες, καθώς και για την αριστερή της ιδεολογία, για τον κοινωνικό της ακτιβισμό και για την πολύχρονη σχέση της με τον συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Ντάσιελ Χάμετ.
Η Χέλμαν μέσα από τα έργα της άσκησε σκληρή κριτική στον αμερικάνικο τρόπο ζωής.
Η Λίλιαν Φλόρενς Χέλμαν γεννήθηκε στη Νέα Ορλεάνη της Λουιζιάνα και ήταν μέλος μιας εβραϊκής οικογένειας (αν και η μητέρα της όπως και οι περισσότεροι συγγενείς της είχαν ασπαστεί το χριστιανισμό).
Η Χέλμαν από νεαρή ηλικία Hellman έλαβε κατήχηση τόσο στη μητρόπολη του Σαιντ Λούις όσο και στο ναό Μπεθ Ισραήλ. Έζησε τα παιδικά της χρόνια μεταξύ Νέας Ορλεάνης και Νέας Υόρκης, καθώς έμενε για ένα εξάμηνο στη Νέα Ορλεάνη, στο οικοτροφείο που διοικούσαν οι θείες της και ένα εξάμηνο στη Νέα Υόρκη.
Τα γνωστότερα έργα της Χέλμαν ήταν Η ώρα των παιδιών, Οι μικρές αλεπούδες και το Παιχνίδια στη σοφίτα.
Η Χέλμαν επηρεασμένη από τα παιδικά της χρόνια, έγραψε την Ωρα των παιδιών που διαδραματίζεται σε οικοτροφείο.
Της άρεσε να συμπεριλαμβάνει παιδιά στα έργα της κάτι που είναι εμφανές τόσο στην Ώρα των παιδιών, όπου η Μαίρη, ένας από τους κεντρικούς ρόλους, είναι ένα κακομαθημένο κορίτσι που διαδίδει κακόβουλα ψέματα που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις ζωές εκείνων που την περιβάλλουν, όσο και στις Μικρές αλεπούδες που ένα από τα θέματα που πραγματεύεται είναι ο ενδεχόμενος γάμος συμφερόντων μεταξύ δυο νέων του Λίο και της Αλεξάντρα.
Τα περισσότερα έργα της Χέλμαν έχουν μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη και τις περισσότερες φορές έκανε τα διασκεύαζε η ίδια, ενώ για κάποια χρόνια, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 30' εργάστηκε ως σεναριογράφος για την κινηματογραφική εταιρία Metro-Goldwyn-Mayer.
Σημαντικότερα έργα της που έχουν μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη είναι: Σκιές που περνούν (These Three, 1934), κινηματογραφική διασκευή του Η ώρα των παιδιών σκηνοθετημένη από τον Γουίλιαμ Γουάιλερ, από την οποία αφαιρέθηκαν όλες οι νύξεις πάνω στην ομοφυλοφιλία προκειμένου να αποφευχθεί η λογοκρισία, το Η ώρα των παιδιών ξαναγυρίστηκε το 1961, αυτή τη φορά σεβόμενο το θεατρικό, με σκηνοθέτη το Γουάιλερ, τίτλο Οι Ψίθυροι και πρωταγωνίστρια την Όντρεϊ Χέπμπορν, Οι μικρές αλεπούδες (The Little Foxes, 1941) σκηνοθετημένο επίσης από το Γουάιλερ με πρωταγωνίστρια την Μπέτι Ντέιβις, Φρουρά επί του
... Διαβάστε περισσότερα Ρήνου (Watch On The Rhine, 1943) με τον Πολ Λούκας και τη Μπέτι Ντέιβις και Επικίνδυνη λατρεία (Toys In The Attic) μεταφορά του Παιχνίδια στη σοφίτα με πρωταγωνιστές τη Τζεραλντίν Πέιτζ και τον Ντιν Μάρτιν.
Η Χέλμαν έγραψε επίσης τρία αυτοβιογραφικά μυθιστορήματα το Μια ανολοκλήρωτη γυναίκα (An Unfinished Woman: A Memoir, 1969), το Τζούλια (Pentimento, 1973) και το Ο καιρός των αχρείων (Scoundrel Time, 1976), στα οποία διηγούταν διαφορετικές περιόδους της ζωής της.
Η βραβευμένη με όσκαρ ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν Τζούλια βασίζεται στο μυθιστόρημα Pentimento. Μετά την προβολή της ταινίας στη Νέα Υόρκη το 1977, η ψυχίατρος Μύριελ Γκάρντινερ ισχυρίστηκε ότι η κεντρική ηρωίδα της ταινίας, η Τζούλια, είχε βασιστεί στα δικά της βιώματα, πράγμα παράξενο δεδομένου ότι εκείνη δεν είχε ποτέ γνωρίσει τη Χέλμαν. Η Χέλμαν αρνήθηκε ότι ο χαρακτήρας βασίστηκε σε εκείνο της Γκάρντινερ. Το γεγονός ότι η Χέλμαν και η Γκάρντινερ είχαν τον ίδιο δικηγόρο, στον οποίο η Γκάρντινερ είχε εκμυστηρευθεί τα προσωπικά της βιώματα, οδήγησε ορισμένους στο συμπέρασμα ότι η Χέλμαν είχε οικειοποιηθεί τις αναμνήσεις της Γκάρντινερ. Ο συγγραφέας Γουίλιαμ Ράιτ, στη βιογραφία που έγραψε με θέμα τη Λίλιαν Χέλμαν, δεν άφησε καμία αμφιβολία ότι η Τζούλια της Χέλμαν βασίστηκε στη Μύριελ Γκάρντινερ. Ο Ράιτ έγραψε επίσης ότι οι υποτιθέμενες σχέσεις της Χέλμαν με το συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεϊ, τις οποίες διηγείται στην πρώτη της αυτοβιογραφία ήταν γέννημα της φαντασίας της.
Κατά την άποψη του Ράιτ, η συγγραφική αξία της Χέλμαν, δε μειώνεται από το γεγονός ότι χρησιμοποίησε μυθοπλασία στις αυτοβιογραφίες της. Ο Ράιτ έγραψε επίσης το μυθιστόρημα The Julia Wars βασισμένος στα γεγονότα που ακολούθησαν την κυκλοφορία της αυτοβιογραφίας της Χέλμαν Pentimento.
Ο Φρανκ Ριτς άσκησε σκληρή κριτική στο Ράιτ, μέσω της στήλης του στην εφημερίδα New York Times και αποκάλεσε το Pentimento ως την καλύτερη αυτοβιογραφία της Χελμαν.
Το 1950 η Χέλμαν, παρουσιάστηκε ενώπιον της επιτροπής αντιαμερικανικών δραστηριοτήτων, όπου της ζητήθηκε να καταδώσει μέλη του κομμουνιστικού κόμματος.
Η επιτροπή γνώριζε καλά ότι ο σύντροφος της Χέλμαν, Ντάσιελ Χάμετ, ήταν μέλος του κομμουνιστικού κόμματος. Όταν λοιπόν της ζητήθηκε να μιλήσει για τις γνωριμίες της με άτομα κομουνιστικών πεποιθήσεων, η Χέλμαν απάντησε ότι είχε ήδη ετοιμάσει δήλωση, στην οποία έγραφε:
Το να βλάψω αθώους ανθρώπους που ήξερα πριν από πολλά χρόνια για να σώσω τον εαυτό μου, θεωρώ ότι είναι απάνθρωπο και απρεπές και επαίσχυντο. Δεν μπορώ και δεν πρόκειται να μικρύνω τη συνείδησή μου ώστε να προσαρμοστεί στη φετινή μόδα, αν και εδώ και πολύ καιρό, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν είμαι πολιτικό πρόσωπο και ότι δε θα μπορούσα να αισθάνομαι άνετα σε καμία πολιτική ομάδα.
Ως αποτέλεσμα η Χέλμαν μπήκε στη μαύρη λίστα των κινηματογραφικών εταιριών του Χόλιγουντ για πολλά χρόνια. Ωστόσο, ο δημοσιογράφος Ντέιβιντ Φραμ υποστήριξε ότι το σχόλιο της Χέλμαν πάνω στη φετινή μόδα, είναι ψευδές.
Η Χέλμαν ισχυρίστηκε επίσης ότι χειροκροτήθηκε μετά από την ομιλία της. Ως μέλος του συλλόγου των αμερικανικών συγγραφέων, μαζί με το Χάμετ, κατά τη διάρκεια του γερμονοσοβιετικού συμφώνου μη επίθεσης που υπεγράφη πριν ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, η Χέλμαν είχε υποστηρίξει την επιτροπή που ήθελε την Αμερική μακριά από τον πόλεμο.
Στη βιογραφία Two Invented Lives: Hellman and Hammett, η συγγραφέας Τζόαν Μέλεν υποστήριξε ότι η Χέλμαν, προς το τέλος της ζωής της, είχε αρχίσει να συγχέει την αλήθεια με το μύθο, σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην είναι απολύτως σίγουρη για ό,τι ακριβώς της είχε συμβεί. Παρατήρησε επίσης ότι ενώ από τη μια κατηγορούσε φιλελεύθερους αντικομμουνιστές, όπως τον Ηλία Καζάν για το γεγονός ότι έστρεψαν τις ενέργειές τους ενάντια στους κομμουνιστές και όχι ενάντια στους φασίστες και τους καπιταλιστές, από την άλλη είχε διφορούμενη άποψη για την ελευθερία του λόγου, όσον αφορά εκείνους που την έκριναν.
Η ίδια ισχυρίστηκε κάποτε ότι δε γνώριζε τίποτα για τις δίκες της Μόσχας, με τις οποίες ο Στάλιν προέβη σε εκκαθάριση του κομμουνιστικού κόμματος, καταδικάζοντας ήρωες του εμφυλίου καθώς και κορυφαία στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος της ΕΣΣΔ.
Η Χέλμαν είχε όντως υπογράψει επιστολές στις οποίες υποστήριζε την καταδικαστική ετυμηγορία και παρακινούσε άλλους να μη συνεργαστούν με την επιτροπή του δημοσιογράφου και ανθρωπιστή Τζον Ντιούι, η οποία έκανε έρευνες προκειμένου να μαθευτεί η αλήθεια που κρυβόταν πίσω από τις δίκες. Η Χέλμαν είχε επίσης αντιταχθεί στην παραχώρηση πολιτικού ασύλου στο Λέων Τρότσκι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, αφότου η Σοβιετική Ένωση είχε ζητήσει κομμουνιστικό κόμμα Ηνωμένων Πολιτειών να μην του προσφέρει ασυλία.
Η Χέλμαν είχε επίσης αντιπαλότητα με τη συγγραφέα Μέρι Μακάρθι. Η αντιπαλότητα τους ξεκίνησε όταν το 1979 η Μακάρθι δήλωσε σε συνέντευξή της στην αμερικανική τηλεόραση ότι όλοι οι ισχυρισμοί της Χέλμαν, πάνω στη ζωή της, ήταν ψευδείς. Η Χέλμαν απάντησε κάνοντας της μήνυση για συκοφαντία και ζητώντας 2.500.000 δολάρια τόσο από τη Μακάρθι όσο και από τον παρουσιαστή και το κανάλι.
Η Λίλιαν Χέλμαν απεβίωσε το 1984 από φυσικά αίτια. Βρισκόταν ακόμα σε ένδικη διαφορά με τη Μέρι Μακάρθι και οι εκτελεστές της διαθήκης της απέσυραν τη μήνυση.