Σε ηλικία 76 ετών πέθανε η ηθοποιός, Άννα Παναγιωτοπούλου, όπως έγινε γνωστό το Μεγάλο Σάββατο (04/05), έχοντας αφήσει το στίγμα της τόσο στο θέατρο όσο και στην τηλεόραση.
Η ηθοποιός μάς χάρισε εμβληματικούς ρόλους τόσο στο σανίδι ως μέλος της λεγόμενης Ελεύθερης Σκηνής όσο και στη μικρή αλλά και στη μεγάλη οθόνη. Άλλοτε σαν Μαντάμ Σουσού στην κρατική τηλεόραση και άλλοτε σαν Όλγα Χαρίτου στις «Τρεις χάριτες» και σαν Χριστίνα Μαρκάτου στο «Ντόλτσε βίτα« στην ιδιωτική τηλεόραση, η Άννα Παναγιωτοπούλου ήταν υπέροχη.
Επομένως, ας θυμηθούμε τρεις χαρακτηριστικούς ρόλους της Άννας Παναγιωτοπούλου είτε στην τηλεόραση είτε στο σινεμά.
Οι «Τρεις χάριτες» είναι μια κωμική σειρά που προβλήθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό MEGA τις τηλεοπτικές περιόδους 1989-1990 (με προβολή στο δεύτερο μισό της σεζόν), 1990–1991 και 1991–1992. Ήταν από τις πρώτες σειρές που προβλήθηκαν στη νεοσύστατη – τότε – ιδιωτική τηλεόραση. Σημείωσε τεράστια επιτυχία, επιτυγχάνοντας εξαιρετικά υψηλά νούμερα τηλεθέασης και θεωρείται πλέον ένα από τα πιο πετυχημένα προγράμματα που έχει προβάλει ποτέ η ελληνική τηλεόραση. Η σειρά περιέγραφε την καθημερινότητα τριών αδερφών, οι οποίες αποφάσισαν να μείνουν στο ίδιο σπίτι, αλλά και όλα τα αστεία περιστατικά αυτής της συμβίωσης. Στη σειρά πρωταγωνιστούσαν η Άννα Παναγιωτοπούλου (Όλγα Χαρίτου-Παπαχαρίτου), η Νένα Μεντή (Μαρία Χαρίτου), η Μίνα Αδαμάκη (Ειρήνη Χαρίτου) και η Άννα Κυριακού (θεία Μπεμπέκα). Το σενάριο της σειράς υπέγραφαν οι Μιχάλης Ρέππας και Θανάσης Παπαθανασίου.
Τον ρόλο της Όλγας Χαρίτου υποδύθηκε η Άννα Παναγιωτοπούλου. Μάλιστα, ήταν η μεγαλύτερη από τις αδελφές Χαρίτου (παρ’ όλο που στην πραγματικότητα η ηθοποιός ήταν μικρότερη από τη Μίνα Αδαμάκη που ενσάρκωσε την Ειρήνη). Ο σύζυγος της Όλγας Χαρίτου έχει πεθάνει, αφήνοντάς τη με μια κόρη, την Τέτη Παπαχαρίτου (Άννα Κουρή), η οποία αρχικά σπουδάζει ιστορία της τέχνης στο Λονδίνο, αλλά στη μέση του δεύτερου κύκλου της σειράς έρχεται να μείνει και η ίδια στην Αθήνα. Η Όλγα διατηρεί κατάστημα με αντίκες στο κέντρο της πόλης και ανησυχεί υπερβολικά για την κόρη της και προσπαθεί διαρκώς να ελέγξει τη ζωή της. Αντιμετωπίζει όλα τα υπόλοιπα θέματα με στωικότητα και μια διάθεση ειρωνείας.
Έναν παράνομο έρωτα έζησε η Άννα Παναγιωτοπούλου σαν Χριστίνα Μαρκάτου στην κωμική σειρά «Ντόλτσε βίτα», αφού ερωτεύθηκε τον σύντροφο της κόρης της, Αντώνη Καλούδη (Θανάσης Ευθυμιάδης). Η σειρά προβλήθηκε από την τηλεοπτική συχνότητα του MEGA κατά τις σεζόν 1995–1996 και 1996–1997. Το σενάριο της σειράς υπέγραψαν ο Αλέξανδρος Ρήγας και ο Λευτέρης Παπαπέτρου, ενώ τη σκηνοθεσία οι Αλέξανδρος Ρήγας, Παναγιώτης Κούτρας, Αντώνης Τέμπος και Αντώνης Αγγελόπουλος.
Η πλοκή της χαρακτηρίστηκε πολύ προχωρημένη για τα ελληνικά ήθη της εποχής και απενοχοποίησε τον έρωτα μεταξύ μιας μεγαλύτερης σε ηλικία γυναίκας με έναν νεαρότερο άνδρα, καθώς επίσης θέσπισε και έναν καινούργιο και πιο ευρηματικό κώδικα χιούμορ με στοιχεία μαύρης κωμωδίας. Κύριοι πρωταγωνιστές ήταν η Άννα Παναγιωτοπούλου και ο Θανάσης Ευθυμιάδης, ενώ το υπόλοιπο πρωταγωνιστικό καστ απαρτιζόταν από την Κατιάνα Μπαλανίκα, τη Μαρία Καβογιάννη, τη Μαρία Φωκά, τον Παύλο Ορκόπουλο, την Κατερίνα Ζιώγου, τη Γαλήνη Τσεβά και τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη. Η σειρά γνώρισε τεράστια επιτυχία, αν και το τελευταίο τρίμηνο σημείωσε μικρή πτώση σε τηλεθέαση και πλοκή χωρίς αυτό να επηρεάσει τη δημοτικότητα της, με αποτέλεσμα να προβάλλεται σε επανάληψη κάθε χρόνο μέχρι και σήμερα.
Η Χριστίνα (Άννα Παναγιωτοπούλου), χήρα εργοστασιάρχη, αποφασίζει να ταξιδέψει στην Ιταλία για να επισκεφτεί τη κόρη της, την Ντορίτα (Κατερίνα Ζιώγου), που σπουδάζει εκεί. Στο ταξίδι της επιστροφής, μια χιονοθύελλα γίνεται αιτία να ακινητοποιηθεί το λεωφορείο σε ένα μοτέλ κοντά στην Περούτζια. Εκεί, η Χριστίνα γνωρίζει τον Αντώνη (Θανάσης Ευθυμιάδης), με τον οποίο περνούν μαζί τη βραδιά χωρίς να το σκεφτούν, και επιστρέφει στην Ελλάδα αφήνοντας αυτή τη περιπέτεια πίσω της. Όταν επιστρέφει πια και η Ντορίτα, ανακοινώνει στην οικογένεια της ότι φέρνει μαζί και τον σύντροφό της. Για κακή της τύχη, η Χριστίνα συνειδητοποιεί ότι ο σύντροφος της κόρης της είναι ο Αντώνης που είχε γνωρίσει εκείνη τη νύχτα στην Περούτζια. Και ενώ αρχικά αντιδράει αρνητικά στο φλερτ του Αντώνη, εν τέλει αποφασίζουν να αφεθούν στο πάθος τους, αλλά κρυφά από όλους.
Σταδιακά, τη παράνομη σχέση μαθαίνουν η Σάσα (Κατιάνα Μπαλανίκα), η κολλητή φίλη της Χριστίνας, ο Μανώλης (Ισίδωρος Σταμούλης), φίλος του Αντώνη, και τελικά η Ασπασία (Μαρία Καβογιάννη), η οικιακή βοηθός του σπιτιού, καθώς και ο Λουκάς (Παύλος Ορκόπουλος), ο στενός συνεργάτης της Χριστίνας, ο οποίος είναι και κρυφά ερωτευμένος μαζί της. Όλοι τους γλιτώνουν αρκετές φορές από το να αποκαλυφθούν στον κόσμο, στην Ντορίτα και κυρίως στην κυρία Όλγα (Μαρία Φωκά), που είναι η αυστηρή και δύστροπη πεθερά της Χριστίνας. Έπειτα από μικρό διάστημα, και ενώ έχει μεσολαβήσει ένας παρ’ ολίγον αρραβώνας μεταξύ του Αντώνη και της Ντορίτας, οι δυο τους χωρίζουν, αλλά ο Αντώνης συνεχίζει να παραμένει ουσιαστικά μέλος της οικογένειας Μαρκάτου. Η Χριστίνα και ο Αντώνης συνεχίζουν να είναι κρυφά μαζί, παρά τους μερικούς καβγάδες μεταξύ τους. Η σχέση τους συνεχίστηκε και ενόσω ο Αντώνης υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία.
Τελικά, η σχέση τους αποκαλύπτεται στα γενέθλια της Χριστίνας, όταν όλοι υποτίθεται ότι ξεχνούν τα γενέθλιά της και η ίδια κανονίζει να βρεθεί στο σπίτι της με τον Αντώνη. Ωστόσο, οι υπόλοιποι απλώς της κάνουν πάρτι-έκπληξη και εκεί όλοι, πλην της Ντορίτας, βλέπουν τη Χριστίνα στην αγκαλιά του Αντώνη. Η Όλγα, για να ξεπλύνει τη ντροπή και για να μην μάθει τίποτα η Ντορίτα, κανονίζει να παντρευτεί η Χριστίνα τον νονό της Ντορίτας. Η ιστορία τελειώνει λίγο πριν γίνει ο γάμος, όταν ο Αντώνης φωνάζει από μακριά τη Χριστίνα να τον ακολουθήσει τη στιγμή που εκείνη ανεβαίνει τα σκαλιά της εκκλησίας. Η Χριστίνα παρατάει τον μέλλοντα σύζυγό της και φεύγει με τον Αντώνη. Λίγα χρόνια αργότερα, ο γιος της Ντορίτας εξιστορεί πως η Χριστίνα και ο Αντώνης χωρίζουν και ζει ο καθένας τη δική του ζωή. Η Ντορίτα είναι, επίσης, χωρισμένη και μεγαλώνει τον γιο της μαζί με την Ασπασία και την Όλγα, οι οποίες υποδέχονται ξανά τη Χριστίνα στο σπίτι μετά τον χωρισμό της. Έπειτα, η Ασπασία βρίσκει γαμπρό και επιτέλους παντρεύεται. Ο Αντώνης πλέον είναι παντρεμένος, έχει μια κόρη και την ονομάζει Χριστίνα. Η Χριστίνα, ύστρερα από άλλο ένα ταξίδι στην Ιταλία, βρίσκεται και πάλι αποκλεισμένη στην Περούτζια, και αντιμέτωπη με το φλερτ ενός φοιτητή.
Η παρωδία με τίτλο «Το κλάμα βγήκε απ’ τον παράδεισο» προβλήθηκε το 2001, σε σενάριο και σκηνοθεσία των Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου, και διακωμωδεί με γλυκιά και νοσταλγική διάθεση όλο το φάσμα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του 1960 και κυρίως τις εμπορικές ταινίες της Φίνος Φιλμ. Στην ταινία συνυπάρχουν η κωμωδία, η περιπέτεια, το μελό, το μιούζικαλ, το βουκολικό δράμα, αλλά και οι σκηνές εποχής (κατοχική περίοδος), όλα μέσα από μία κωμική και σατιρική αντίληψη.
Βασικός άξονας του σεναρίου είναι η σύγκρουση δύο οικογενειών, της οικογένειας Μπισμπίκη που είναι φτωχή αλλά έντιμη και καλόκαρδη, και της οικογένειας Δελαφράγκα, που είναι πανίσχυρη και βαθύπλουτη, αλλά και εντελώς ανήθικη (αρχηγός της οποίας είναι ο σατανικός και ανελέητος Βύρων Δελαφράγκας). Αναπτύσσεται μια σειρά από στερεότυπους χαρακτήρες και καταστάσεις που κυριάρχησαν στην χρυσή εποχή του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Τα μέλη των δύο οικογενειών, αν και βρίσκονταν σε διαρκή σύγκρουση, αποδείχθηκε ότι έκρυβαν και από ένα μυστικό, η αποκάλυψη του οποίου γίνεται με τον συνηθισμένο τρόπο των ταινιών της δεκαετίας του 1960, δηλαδή τον γάμο.
Η Λαυρεντία Μπισμπίκη (Άννα Παναγιωτοπούλου) παντρεύει την κόρη της την Μάρθα (Μαρία Καβογιάννη) με τον Γιακουμή (Μιχάλη Ρέππα), όμως η Τζέλα Δελαφράνγκα (Μίρκα Παπακωνσταντίνου) ερωτεύεται τον Γιακουμή στο τραπέζι του γάμου του και τον καλεί σπίτι. Και τότε αρχίζει η σύγκρουση των δύο οικογενειών, αφού η Λαυρεντία έχει έναν γιο που δουλεύει στο πλοίο της Τζέλας.